Τρίτη 10 Ιανουαρίου 2017

Προσγείωση στη κοιλάδα του παραμυθιού - Το αεροδρόμιο φάντασμα της ΕΒΑ στον πόλεμο του 1940

Το αεροδρόμιο της Παραμυθιάς διακρινόταν από δύο βασικότερα χαρακτηριστικά τα οποία το κρατούσαν μυστικό. Το πρώτο και κυριότερο ήταν η τοποθεσία του και η γεωγραφία του
Γράφει ο Νίκος Γαβριλάκης
Οι λόγοι ιστορικού ενδιαφέροντος για τους οποίους μπορεί κανείς να θέλει να επισκεφθεί την Παραμυθιά δεν είναι λίγοι. Περιγράφονται σε αρκετά βιβλία, άλλοι περισσότερο, άλλοι λιγότερο γλαφυρά. Υπάρχει όμως ένας ο οποίος είναι κρυμμένος καλά στην ένδοξη ελληνική γη και το φάντασμά του, πετάει κάθε τόσο...
Στην κωμόπολη αυτή της Θεσπρωτίας, υπήρξε ένα αεροδρόμιο το οποίο είχε το καθόλα περιγραφικό και κολακευτικό προσωνύμιο «Φάντασμα». Και αν νομίζετε ότι το αεροδρόμιο αυτό δεν είδε ιδιαίτερη δράση, απατάστε...

Κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου, ένας πολύ διορατικός ηγέτης, ο Ιωάννης Μεταξάς, έδωσε εντολή να κατασκευαστούν αεροδρόμια (κύρια και βοηθητικά), σε διάφορα μέρη, κοντά στα σύνορα της χώρας εκείνα τα οποία, αν ξεσπούσε πόλεμος θα αποτελούσαν τα κύρια θέατρα επιχειρήσεων. Την εποχή εκείνη, η αεροπορία αποτελούσε το μακρύ χέρι του Στρατού Ξηράς. Με εξαίρεση την αναχαίτιση, ελάχιστες αποστολές δεν είχαν να κάνουν με υποστήριξη των στρατευμάτων στο έδαφος. Η έννοια δηλαδή, για παράδειγμα, του στρατηγικού βομβαρδισμού αστικών κέντρων, ήρθε πολύ αργότερα στην ελληνική πραγματικότητα.
Ο πόλεμος όμως, όσο κοντά κι αν ήταν στον πολιτικό ορίζοντα, δεν είχε κηρυχθεί. Η, φαινομενικά μικρή, Ελλάδα, είχε καταφέρει να μείνει μακριά από τις Ευρωπαϊκές συγκρούσεις τηρώντας μία πολύ εύθραυστη ουδετερότητα. Τόσο εύθραυστη που η Ελληνική κυβέρνηση δεν απάντησε όπως θα ήθελε η μεγάλη μερίδα του πληθυσμού στον τορπιλισμό του ΕΛΛΗ, τον Δεκαπενταύγουστο! Η ύπαρξη ενός οργανωμένου προκεχωρημένου αεροδρομίου, ιδιαιτέρως κοντά στα ελληνοαλβανικά σύνορα, θα ήταν κραυγαλέα περίπτωση της αφορμής που ζητούσε ο Ντούτσε για να εισβάλλει στη χώρα. Ειδικά τη στιγμή που η Θεσπρωτία ήταν το βορειότερο κομμάτι του αποκυήματος της αλβανοϊταλικής προπαγάνδας περί «αλύτρωτης τσαμουριάς».
Το αεροδρόμιο αυτό ανήκε σε ένα δίκτυο 25 βοηθητικών αεροδρομίων εμπιστευτικού δικτύου (όπως εκείνα της Βασιλικής και της Αμφίκλειας) και είχε μείνει ένα μυστικό καλά κρυμμένο καθ όλη τη διάρκεια κατασκευής του και μετέπειτα. Στα εναρκτήρια στάδια του Ελληνοϊταλικού πολέμου, δε χρησιμοποιήθηκε καθόλου, ακριβώς για να μην αποκαλυφθεί η ύπαρξή του. Υπάρχουν αναφορές περί αεροσκαφών τα οποία έχουν βληθεί, πρέπει να προσγειωθούν κι όμως, τα πληρώματά τους επιλέγουν εναλλακτικά αεροδρόμια (όπως αυτό της Κατσικάς) μόνο και μόνο για να μην αποκαλύψουν άθελά τους, την ύπαρξη του αεροδρομίου.
Πέρα από τη γενναιότητα των ελληνικών (και των Βρετανικών) πληρωμάτων όμως, το αεροδρόμιο της Παραμυθιάς διακρινόταν από δύο βασικότερα χαρακτηριστικά τα οποία το κρατούσαν μυστικό. Το πρώτο και κυριότερο ήταν η τοποθεσία του και η γεωγραφία αυτής. Άριστα επιλεγμένη, περίπου 6km νότια της Παραμυθιάς, ανάμεσα σε δύο μεγάλους ορεινούς όγκους και δύο μικρότερους λόφους, είχε επιπλέον, το πλεονέκτημα της ομίχλης η οποία «καθόταν» στη ευρύτερη περιοχή αλλά αραίωνε στην περιοχή γύρω από το αεροδρόμιο. Οι ορεινοί αυτοί όγκοι, εκτός από προστασία από την ανθρώπινη παρατήρηση, προσέφεραν και προστασία από τον βαρύ βαλκανικό χειμώνα που αντιμετώπιζαν οι άνδρες στα βουνά της ελληνοαλβανικής μεθορίου. Ο διάδρομος προσγείωσης είχε κατασκευαστεί (αν και δεν είναι απόλυτα ορθή η χρήση της λέξης αυτής) δίπλα στην κοίτη ενός παραπόταμου του Αχέροντα, γεγονός που παρείχε μία επιπλέον κάλυψη. Οι πηγές του Αχέροντα, εκεί που οι αρχαίοι πίστευαν είναι η είσοδος του κάτω κόσμου, μόλις δέκα μίλια από τον χώρο του αεροδρομίου, φάνηκαν κι αυτές χρήσιμες σε διάφορες φάσεις του αγώνα.
Το δεύτερο χαρακτηριστικό, αποτελεί ένα δείγμα της προχωρημένης σκέψης της διοίκησης της Αεροπορίας και της τότε πολιτικής ηγεσίας του τόπου (στο συγκεκριμένο θέμα!). Το αεροδρόμιο αυτό δεν είχε τίποτα μόνιμο. Δεν είχε ούτε ένα μόνιμο κτίριο! Ούτε αποθήκες, ούτε καταφύγια, ούτε δεξαμενές, ούτε μόνιμη αντιαεροπορική άμυνα, και φυσικά, ούτε τσιμεντένιο διάδρομο είχε (γι' αυτό και δεν είναι και απόλυτα ορθή η χρήση της λέξης 'κατασκευαστεί' για τον διάδρομο προσγείωσης). Στην ουσία, ένας μεγάλος επίπεδος αγρός ήταν. Ήταν γνωστό όμως ότι υπήρχαν οι προϋποθέσεις για να προσγειωθούν εκεί αεροσκάφη, ακόμη και βομβαρδιστικά και ότι αν οι επιχειρήσεις το επέβαλλαν, το μέρος να ζωντανέψει μέσα σε λίγες μόνο ώρες!
Μόλις δύο μέρες μετά την εκπνοή του ιταλικού τελεσίγραφου προς τους Έλληνες, και το ιστορικό «C' est la guerre!» του Μεταξά, ο βρετανός πρεσβευτής στην Ελλάδα, έστειλε με τηλεγράφημα στον Wavell (πιο χαλκευμένος Βρετανός στρατηγός μόνο ο Montgomery υπήρξε!), ότι υπήρχε μεγάλη ανάγκη για άμεση και ορατή βοήθεια προς τους Έλληνες ώστε αυτοί να συνεχίσουν την αντίσταση κατά των Ιταλών.
Θυμηθείτε ότι 30/10/40, ακόμη κρατάει η άμυνα στο Καλπάκι και ο ΕΣ δεν έχει περάσει ακόμη στην αντεπίθεση, οπότε η «μικρή» Ελλάδα φαίνεται να τα έχει βάλει με μία από τις τρεις δυνάμεις του Άξονα και τα πάντα είναι ρευστά! Παρενθετικά να αναφέρουμε ότι η ενέργεια αυτή έγινε χωρίς να έχει γίνει γνωστή στον Μεταξά ο οποίος έγινε έξαλλος όταν την πληροφορήθηκε από τον πρίγκιπα Πέτρο! Ήθελε και χρειαζόταν την ενίσχυση των Βρετανών αλλά αυτή έπρεπε να έρθει με τρόπο διακριτικό ούτως ώστε να μην προκληθεί η αντίδραση και επέμβαση της Γερμανίας! Συμφωνήθηκε λοιπόν να έρθουν μονάχα αεροπορικές μονάδες στην Ελλάδα, οι οποίες σε καμία περίπτωση δε θα ενίσχυαν τα ελληνικά στρατεύματα στο έδαφος. Θα προσέβαλλαν ιταλικούς στόχους στρατηγικής αξίας αλλά θα έμεναν μακριά από τον πόλεμο μεταξύ Ελλήνων και Ιταλών!
Για να γίνει ίσως πιο κατανοητό για πόσο μυστικό αεροδρόμιο μιλάμε, παρ' όλο που οι Ιταλοί κατάφεραν στις 3 Νοεμβρίου και κατέλαβαν την Παραμυθιά (ναι, η προώθησή τους στον δυτικό- παραλιακό τομέα πήγε καλά), δεν το ανακάλυψαν! Φυσικά, με την κατάρρευση του υπολοίπου τμήματος της γραμμής, υποχρεώθηκαν κι εκείνοι να συμπτυχθούν, εγκαταλείποντας τα όποια εδαφικά κέρδη είχαν τις πρώτες μέρες του αγώνα και το αεροδρόμιο μπορούσε και πάλι να χρησιμοποιηθεί.
Έτσι, ήρθαν στην Ελλάδα τα βομβαρδιστικά Bristol Blenheim της 30 Squadron (30 Μοίρας) της RAF τα οποία είχαν χωριστεί μεταξύ Βασιλικής, Κατσικάς και Παραμυθιάς. Στις 3 Νοεμβρίου κατέφθασαν τα πρώτα αεροσκάφη και ακολούθησαν και τα Gloster Gladiator της 80ης Μοίρας (80 Squadron).
Στα ημερολόγια των Βρετανών πιλότων που επιχείρησαν από την Παραμυθιά, αναφέρονται εικόνες οι οποίες καμία σχέση με την ωμή πραγματικότητα του πολέμου στο έδαφος, λίγα χιλιόμετρα βορειότερα, δεν είχαν. Μόνιμα σε σκηνές, οι πιλότοι δεν είχαν να αντιμετωπίσουν τον τσουχτερό παγετό των βουνών. Η φροντίδα που λάμβαναν από τον ντόπιο πληθυσμό ήταν η χαρακτηριστική ελληνική φιλοξενία και οι πηγές του Αχέροντα, εκτός από κρύπτες, έγιναν και «μαγικά λουτρά» ανάπαυσης για τους Βρετανούς. Καθόλου τυχαίος λοιπόν, δεν ήταν ο χαρακτηρισμός που έδωσαν στη βάση τους ως «η κοιλάδα του παραμυθιού».
Η 33 Μοίρα της RAF, στις 20 Φεβρουαρίου επανεξοπλίστηκε με τα σκληροτράχηλα Hawker Hurricane, αφήνοντας τα Gladiator με τα οποία πετούσε ως τότε, στην 80 Μοίρα της RAF και την 21η Μοίρα Δίωξης της ΕΒΑ. Η 80 Μοίρα επανεξοπλίστηκε με Hurricanes μόνο μερικώς. Εξορμώντας πότε από την Κατσικά και πότε από την Παραμυθιά, τα Hurricanes έφεραν νέα δεδομένα στην εναέρια μάχη και σκόρπισαν τον τρόμο στις τάξεις της Ιταλικής Αεροπορίας.
Εν τω μεταξύ, η Ιταλική Αεροπορία πάσχιζε να βρει το αεροδρόμιο! Είχε ήδη πολυβολήσει την Κατσικά και βομβαρδιστικά είχαν αφήσει το θανατηφόρο φορτίο τους στη Λάρισα, το Φάληρο, την Τανάγρα και το Τατόι. Αλλά η βρετανική αεροπορική ισχύς δεν είχε μειωθεί σημαντικά, γεγονός που σήμαινε ότι από κάπου αλλού επιχειρούσαν! Αυτό το «κάπου αλλού» εξακολουθούσε να είναι καλά κρυμμένο ανάμεσα στα βουνά της Θεσπρωτίας.
Οι προσπάθειές της απέβησαν άκαρπες, μέχρι τις αρχές Μαρτίου! Με την έναρξη της Ιταλικής Εαρινής Επίθεσης, βρέθηκε και το μικρό αλλά σημαντικό αεροδρόμιο της Παραμυθιάς! Υπάρχουν αντικρουόμενες πληροφορίες σχετικά με το πώς βρέθηκε το αεροδρόμιο. Η μία πλευρά ισχυρίζεται ότι Τσάμηδες οι οποίοι ενστερνίζονταν την προπαγάνδα της φασιστικής Ιταλίας περί δημιουργίας ανεξάρτητης Τσαμουριάς, αποκάλυψαν στους Ιταλούς την ύπαρξη του αεροδρομίου. Η άλλη πλευρά, ισχυρίζεται ότι όταν ο καιρός καθάρισε, σε μία αποστολή επιθετικής αναγνώρισης, αποκαλύφθηκε το αεροδρόμιο.
Προσωπικά, τείνω να κλίνω περισσότερο στην πρώτη εκδοχή καθώς είχαν περάσει τέσσερις ολόκληροι μήνες επιχειρήσεων (ανεξαρτήτως καιρού) και δεν είχαν καταφέρει οι Ιταλοί να βρουν το αεροδρόμιο. Χωρίς όμως να μπορώ να αποκλείσω και το ενδεχόμενο κάποιο ιταλικό καταδιωκτικό να ακολούθησε ένα λαβωμένο Βρετανικό (ή ελληνικό) αεροσκάφος μέχρι το σημείο να εντοπίσει (τυχαία έστω) το επίμαχο αεροδρόμιο. Στο φυσιολογικό ερώτημα «γιατί να κάνουν πέντε μήνες οι όποιοι συμπαθούντες του φασιστικού καθεστώτος της Ιταλίας, να αποκαλύψουν το αεροδρόμιο» η απάντηση είναι απλή. Το γεγονός ότι ήταν βοηθητικό αεροδρόμιο, έκανε τους κατοίκους της περιοχής να νομίζουν ότι τα αεροσκάφη που έβλεπαν να έρχονται εκεί ήταν λίγα και ασήμαντα μπροστά στη συνολική εικόνα του πολέμου. Όταν συνειδητοποίησαν οι διάφοροι «καλοθελητές» ότι αυτό το κομμάτι ελληνικής γης είναι το ορμητήριο των ιταλικών δεινών, δεν άργησαν να το καταδώσουν.
Από ανάλυση και διασταύρωση διαφόρων πηγών και συγγραμμάτων όλων των εμπλεκομένων, φαίνεται πως οι πρώτες πληροφορίες για το αεροδρόμιο είχαν φτάσει στους Ιταλούς τον Ιανουάριο του 1941. Απλά, η ηγεσία της Ιταλικής Αεροπορίας στην Ιταλία, εκτός από αρκετά δυσκίνητη, παρωπιδική και πάσχουσα από οξεία οσφυοκαμψία ήταν επίσης και πολύ δύσπιστη απέναντι στους Αλβανούς και τους προδότες που προσέτρεχαν να βοηθήσουν τους φασίστες. Μέχρι να επεξεργαστούν τα δεδομένα που είχαν στη διάθεσή τους, είχαν ήδη περάσει περίπου τρεις μήνες.
Πάνω από το αεροδρόμιο της Παραμυθιάς διεξήχθησαν σπουδαίες αερομαχίες καθώς οι Ιταλοί προσπάθησαν να το θέσουν εκτός μάχης πολλές φορές αφού το είχαν... πάρει πρέφα. Το πρωί της 22ης Μαρτίου, με την Εαρινή επίθεση πλέον να έχει γίνει ένας μαζικός τάφος στρατιωτών στις πλαγιές του Υψώματος 731, η Ιταλική Αεροπορία πολυβόλησε το αεροδρόμιο προκαλώντας σοβαρές ζημιές σε Gloster Gladiator, Bristol Blenheim και Vickers Wellington της RAF που είχαν μετασταθμεύσει εκεί. Πρωί και απόγευμα της 26ης Μαρτίου 1941, η Ιταλική Αεροπορία, εκτέλεσε επιθετικές αποστολές interdiction με τα καταδιωκτικά της και στόχο πάλι το αεροδρόμιο της Παραμυθιάς.
Η έκταση των ζημιών για τη RAF επί του αεροδρομίου της Παραμυθιάς κάθε φορά δεν μπορεί να εκτιμηθεί με βεβαιότητα καθώς οι Ιταλικές Υπηρεσίες έχει αποδειχθεί επανειλημμένως ότι διόγκωναν τις επιτυχίες των αεροπόρων τους. Σίγουρα όμως ένα σμήνος Wellington έχει χαθεί στο έδαφος της Παραμυθιάς και περισσότερα Gladiators μοιράζονται την ίδια τύχη.
Τον Απρίλιο του 1941, υπήρξε η καταγραφή ενός πολύ σπάνιου και ασυνήθιστου «επισκέπτη» για την Παραμυθιά. Ένα σμήνος τορπιλοπλάνων Fairy Swordfish της Fleet Air Arm (η Βρετανική Ναυτική Αεροπορία). Ο τύπος ήταν ήδη γνωστός ως υπεύθυνος για τη βύθιση ενός θωρηκτού και την πρόκληση σοβαρών ζημιών σε άλλα δύο κατά τη μάχη του Τάραντα στις 11/11. Από το αεροδρόμιο της Παραμυθιάς απογειώθηκαν για να πλήξουν στόχους στο αλβανικό λιμάνι του Αυλώνα και του Brindisi της Ιταλίας. Την ημέρα της γερμανικής εισβολής από τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα, η 21η ΜΔ, είχε μετασταθμεύσει στην Παραμυθιά. Πέντε μέρες αργότερα, ο Σμηναγός Κέλλας θα ηγείτο των πέντε τελευταίων Gladiator της Μοίρας του, για να εγκατασταθούν στην Βασιλική Τρικάλων. Στην Παραμυθιά έμειναν μόνο τα αεροσκάφη της RAF.
Στις 15 Απριλίου 1941, ενώ οι τελευταίοι δώδεκα ιπτάμενοι ιππείς της ΕΒΑ με τα μαγικά τους άλογα αντιμετώπιζαν τη Luftwaffe στην Αερομαχίατων Τρικάλων, Ιταλοί και Γερμανοί γάζωναν τα αεροδρόμια της Παραμυθιάς και της Κατσικάς και όσα αεροσκάφη υπήρχαν ακόμη σε αυτά. Μετά από αυτό, όσοι είχαν απομείνει πλέον στα αεροδρόμια Ιωαννίνων και Παραμυθιάς, διατάχθηκαν να τα εγκαταλείψουν προς το Άργος, την Τανάγρα, το Μενίδι, το Τατόι και την Καλαμάτα.
Και με αυτόν τον άδοξο τρόπο, έκλεισε το κεφάλαιο αεροπορικής ιστορίας της Παραμυθιάς και του, διαβόητου για τους Ιταλούς, αεροδρομίου- φαντάσματος της Θεσπρωτίας. Με την Κατοχή, λίγη δράση είδε το συγκεκριμένο έργο και μετά τον πόλεμο έγινε αυτό που κατά βάση ήταν- χωράφια. Όμως, με το πέρασμα των χρόνων, κατά καιρούς, το αεροδρόμιο αυτό, όπως κάθε φάντασμα που σέβεται τον εαυτό του, έρχεται στο σήμερα και μπαίνει ξανά στον νου μας.
Το αεροδρόμιο είχε κατασκευαστεί στην περιοχή του σημερινού Ξηρόλοφου, περίπου 6 χιλιόμετρα νότια της Παραμυθιάς.
Εκεί που ο επαρχιακός δρόμος κάνει δύο μεγάλες ευθείες ήταν και ο διάδρομος του αεροδρομίου. Αυτή η διάταξη έδινε το επαρκές μήκος διαδρόμου ώστε το αεροδρόμιο να μπορεί να φιλοξενεί και βομβαρδιστικά, κάλυψη από τους ορεινούς όγκους και καλό προσανατολισμό ώστε να από-/προσγειώνονται με μία κάποια σχετική άνεση (όση επέτρεπε η επιθυμητή μυστικότητα).
Με βάση τους υπολογισμούς επί του χάρτη, η κατεύθυνση του διαδρόμου ήταν η 02±1/20±1. Ο παραπόταμος, αν και έχει αλλάξει κατεύθυνση λόγω των διάφορων αρδευτικών έργων που κατά καιρούς έχουν γίνει, εξακολουθεί να είναι δίπλα στον δρόμο.
Κατά καιρούς, ανακαλύπτονται διάφορα αντικείμενα που σχετίζονται με το αεροδρόμιο, όπως φυσίγγια πυροβόλων και βόμβες. Αντικείμενα τα οποία έχουν ταξιδέψει στον χρόνο για να μας υπενθυμίζουν ότι εκεί βρίσκεται ένας τόπος στον οποίο θυσιάστηκαν νέοι για το υπέρτατο αγαθό- την Ελευθερία. Ένας τόπος του οποίου δεν του αξίζει να περάσει στη λήθη.
Το άρθρο αυτό αφιερώνεται στη Μνήμη όλων εκείνων που επιχείρησαν από το αεροδρόμιο της Παραμυθιάς, και ιδιαίτερα σε εκείνους που ξεκίνησαν από εκεί για την τελευταία τους αποστολή!

Το αεροδρόμιο της Παραμυθιάς διακρινόταν από δύο βασικότερα χαρακτηριστικά τα οποία το κρατούσαν μυστικό. Το πρώτο και κυριότερο ήταν η τοποθεσία του και η γεωγραφία αυτής. Άριστα επιλεγμένη, περίπου 6km νότια της Παραμυθιάς, ανάμεσα σε δύο μεγάλους ορεινούς όγκους και δύο μικρότερους λόφους, είχε επιπλέον, το πλεονέκτημα της ομίχλης η οποία «καθόταν» στη ευρύτερη περιοχή αλλά αραίωνε στην περιοχή γύρω από το αεροδρόμιο